- Ναϊρόμπι
- (Nairobi). Πόλη (2.411.900 κάτ. το 2002) της Κένυας, πρωτεύουσα του ομώνυμου διαμερίσματος (684 τ. χλμ.) και της χώρας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1.675 μ., κοντά σε μια ορεινή αλυσίδα, και διαρρέεται από τον ποταμό Ναϊρόμπι. Ιδρύθηκε περίπου το 1900, την εποχή που κατασκευάστηκε η σιδηροδρομική γραμμή Μομπάσας - Ουγκάντας και στις αρχές ήταν απλή βάση Εταιρείας Σιδηροδρόμων Ανατολικής Αφρικής - ανοικοδομημένη το 1920 με πρότυπο τα βρετανικά πολεοδομικά σχέδια, έχει εκτεταμένα πάρκα. Στο κέντρο είναι το Σίτι, Α η ινδική συνοικία, Δ και Β οι ευρωπαϊκές συνοικίες, που εκετείνονται έως τα υψώματα, ενώ ΝΑ βρίσκεται η αφρικανική.
Αν και απέχει μόνο 140 χλμ. από τον ισημερινό, το Ν., χάρη στο υψόμετρό του, έχει θαυμάσιες κλιματικές συνθήκες· το γεγονός αυτό, μαζί με την παρουσία, λίγο νοτιότερα, του Εθνικού Δρυμού του Ναϊρόμπι (Nairobi National Park), o οποίος αποτελεί μια εκτεταμένη περιοχή προστασίας της αφρικανικής πανίδας, ευνόησε τη μεγάλη τουριστική ανάπτυξη της πόλης, σημείου εκκίνησης για μεγάλα κυνηγετικά ή φωτογραφικά σαφάρι και για αναβάσεις στο όρος Κένυα.
Πνευματικό κέντρο (είναι έδρα πανεπιστημίου από το 1963), το Ν. είναι επίσης αρκετά σημαντικό εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο, ιδιαίτερα στους τομείς μεταλλομηχανουργίας, ειδών διατροφής και επεξεργασίας καπνού.
Η κεντρική αρτηρία του Ναϊρόμπι, γνωστή με την αγγλική ονομασία Government Road.
Το εμπορικό κέντρο του Ναϊρόμπι, γνωστό και ως Σίτι, έχει να επιδείξει πολλά οικοδομήματα ευρωπαϊκού τύπου. Η οικοδομική ανάπτυξη της πρωτεύουσας της Κένυας οφείλεται σε μακρόχρονο αγγλικό σχέδιο που εκπονήθηκε το 1920 και τη μεταμόρφωσε σε σύγχρονο οικισμό με άφθονο πράσινο και υπερμοντέρνα οικοδομήματα.
Dictionary of Greek. 2013.